Каустик στα ελληνικά
Μετάφραση: каустик, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καυστικός, σαρκαστικός, καυστική, καυστικό, καυστικής, καυστικού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- авторство στα ελληνικά - πατρότητα, συγγραφή, του συντάκτη, πατρότητας, συντάκτη του, συντάκτη του εγγράφου
- амбулаторный στα ελληνικά - περιπατητικός, εξωτερικά ιατρεία, στα εξωτερικά ιατρεία, εξωτερικών ασθενών, εξωτερικής παραμονής, εξωτερικούς ασθενείς
- выполнение στα ελληνικά - απολύω, εκπυρσοκρότηση, παράσταση, αντικαταστάτης, αντικατάσταση, απόδοση, επίτευξη, ...
- диковина στα ελληνικά - περιέργεια, την περιέργεια, περιέργειά, περιέργειας, την περιέργειά
Τυχαίες λέξεις
Каустик στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καυστικός, σαρκαστικός, καυστική, καυστικό, καυστικής, καυστικού
Μεταφράσεις: καυστικός, σαρκαστικός, καυστική, καυστικό, καυστικής, καυστικού