Λέξη: συγχέω

Σχετικές λέξεις: συγχέω

συγχέω ουσιαστικό, συγχέω συνώνυμο, συγχέω ετυμολογία, συγχέω τι σημαινει, συγχέω συνωνυμο, συγχέω συνώνυμα, συγχέω αόριστος

Συνώνυμα: συγχέω

θολώνω, μεθώ, αποχαυνώνω, ανακατώνω, μπερδεύω, μιγνύω ατακτώς, συμφύρω, συννεφιάζω, συσκοτίζω, συγχύζω, σαστίζω, συγχίζω, αναστατώνω, κατατροπώνω, ταράσσω

Μεταφράσεις: συγχέω

συγχέω στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
muddle, snafu, confound, becloud, confuse, jumble

συγχέω στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
embrollar, enredo, enmarañar, bodrio, snafu, metedura de pata, snafu de

συγχέω στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
durcheinander, wirrwarr, snafu, Schlamassel, Makel, Inder, Eineinder

συγχέω στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
entortiller, dérangement, trouble, désordre, troubler, fouillis, gâchis, embrouiller, cohue, confusion, pagaille, embrouillage, emmêler, chaos, tumulte, pagaïe, snafu, à snafu, pépin

συγχέω στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
disordine, snafu, trovato di, di snafu

συγχέω στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
Confuso, snafu, snafu de, situação confusa

συγχέω στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
warboel, rommel, snafu, minpunt

συγχέω στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
спутать, беспорядок, переврать, кавардак, испортить, одурманивать, ералаш, путаница, мешанина, напутать, неурядица, портить, извращать, нескладица, неразбериха, сумбур

συγχέω στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
forvirre, snafu, tillegg førte kaos, førte kaos, snafu for

συγχέω στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
röra, snafu

συγχέω στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
sekasotku, kaaos, snafu

συγχέω στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
snafu

συγχέω στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
nepořádek, zmotat, zmatek, splést, poplést, snafu

συγχέω στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
mętlik, zamęt, bałagan, walać, brnąć, pomieszać, bełtać, mieszać, poplątać, mącić, zamieszanie, wikłać, Snafu

συγχέω στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
zűrzavar, snafu

συγχέω στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
karışıklık, karmakarışık, snafu, darmadağın etmek, darmadağınıklık

συγχέω στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
грязюка, грязюку, бруд, грязь, плутанина

συγχέω στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
rrëmujë

συγχέω στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
гаф, хаос, бъркотия

συγχέω στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
блытаніна

συγχέω στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
Kaos, Sekasotku, snafu

συγχέω στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
nered, smutiti, zbrkati, zbrka, pobrkati, haos

συγχέω στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
snafu

συγχέω στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
snafu

συγχέω στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
SNAFU

συγχέω στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
хаос

συγχέω στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
snafu

συγχέω στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
snafu

συγχέω στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
Snafu
Τυχαίες λέξεις