Квалифицированно στα ελληνικά

Μετάφραση: квалифицированно, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ικανά, επιδέξια, ικανώς
Квалифицированно στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • алиса στα ελληνικά - Αλίκη, Alice, η Alice, της Alice, η Αλίκη
  • бесчестье στα ελληνικά - δυσμένεια, ταπείνωση, αμαυρώνω, όνειδος, ατιμία, infamy, κακοφημία, ...
  • делимое στα ελληνικά - μέρισμα, μερίσματος, μερισμάτων, μερίσματα, μερισματική
  • догладить στα ελληνικά - σιδερώνω, σιδερένιος, dogladit
Τυχαίες λέξεις
Квалифицированно στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ικανά, επιδέξια, ικανώς