Кипеть στα ελληνικά

Μετάφραση: кипеть, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υποθάλπω, παφλάζω, φούσκα, σιγοβράζω, βράζω, φουσκάλα, βρασμός, βράσει, βράση, βράζουμε
Кипеть στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • водосборник στα ελληνικά - επικεφαλίδα, κεφαλίδα, header, μπάλα, απομακρύνοντας τη μπάλα
  • возвышенность στα ελληνικά - ανύψωση, υψόμετρο, ανάδειξη, ύψος, ύψωση, λόφος, λόφο, ...
  • ганшпуг στα ελληνικά - ganshpug
  • гильза στα ελληνικά - περιστατικό, κέλυφος, θάμνος, βαλίτσα, θήκη, υπόθεση, καβούκι, ...
Τυχαίες λέξεις
Кипеть στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υποθάλπω, παφλάζω, φούσκα, σιγοβράζω, βράζω, φουσκάλα, βρασμός, βράσει, βράση, βράζουμε