Клониться στα ελληνικά
Μετάφραση: клониться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κόμπος, γέρνω, τόξο, σκύβω, περιποιούμαι, προσέγγιση, ξεπεσμός, μαρασμός, πλησιάζω, καμπυλώνεται, μέθοδος, επιμελούμαι, κλίνω, στροφή, φιόγκος, προσεγγίζω, κλίση, πλαγιά, κλίσης, πίστα, πλαγιάς
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бледность στα ελληνικά - κιτρινίλα, χλωμάδα, ωχρότης, πελιδνότης, πελιδνότητα, ωχρότητας
- взаимодействовать στα ελληνικά - συνεργάζομαι, αλληλεπιδρούν, αλληλεπιδρά, αλληλεπιδράσουν, αλληλεπιδράσει, να αλληλεπιδρούν
- гвардеец στα ελληνικά - εθνοφρουρός, Φύλακας, φρουρός
- дебош στα ελληνικά - σειρά, μαυλίζω, πληθώρα, κωπηλατώ, εκμαυλίζω, συμπλέκομαι, καβγάς, ...
Τυχαίες λέξεις
Клониться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κόμπος, γέρνω, τόξο, σκύβω, περιποιούμαι, προσέγγιση, ξεπεσμός, μαρασμός, πλησιάζω, καμπυλώνεται, μέθοδος, επιμελούμαι, κλίνω, στροφή, φιόγκος, προσεγγίζω, κλίση, πλαγιά, κλίσης, πίστα, πλαγιάς
Μεταφράσεις: κόμπος, γέρνω, τόξο, σκύβω, περιποιούμαι, προσέγγιση, ξεπεσμός, μαρασμός, πλησιάζω, καμπυλώνεται, μέθοδος, επιμελούμαι, κλίνω, στροφή, φιόγκος, προσεγγίζω, κλίση, πλαγιά, κλίσης, πίστα, πλαγιάς