Διαπεραστικός στα αγγλικά

Μετάφραση: διαπεραστικός, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
shrill, piercing, penetrative, penetrating, penetrable
Διαπεραστικός στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: διαπεραστικός

shrill
  • διαπεραστικός
  • διάτορος
  • οξύς
piercing
  • οξύς
  • διαπεραστικός
pervasive
  • διαχυτικός
  • διαβρωτικός
  • διαπεραστικός
penetrable
  • διαπερατός
  • διαπεραστικός
permeative
  • διαπεραστικός
  • διαχωρητικός
penetrating
  • διαπεραστικός
penetrative
  • διαπεραστικός

Σχετικές λέξεις: διαπεραστικός

διαπεραστικός λεξικό γλώσσας αγγλικά, διαπεραστικός στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • διανοούμενος στα αγγλικά - intellectual, highbrow, egghead, scholar, an intellectual
  • διανύω στα αγγλικά - be, traveled, travels, elapsing, walked, undergoing
  • διαπερατότητα στα αγγλικά - permeability, transmittance, permeation, penetration, permeability of
  • διαπερνώ στα αγγλικά - penetrate
Τυχαίες λέξεις
Διαπεραστικός στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: shrill, piercing, penetrative, penetrating, penetrable