Клясться στα ελληνικά
Μετάφραση: клясться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ορκίζομαι, τάζω, όρκος, ορκίζονται, ορκιστεί, ορκιστούν, βρίζουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- восток στα ελληνικά - ανατολή, ανατολικά, ανατολική, ανατολικό, ανατολικής
- выпаривание στα ελληνικά - ατμός, αχνίζω, αποφοίτηση, εξάτμιση, εξάτμισης, εξατμίσεως, την εξάτμιση, ...
- вычесть στα ελληνικά - εκπίπτω, διατηρώ, κρατώ, υποστηρίζω, αμπάρι, διατείνομαι, εκπίπτει, ...
- гамета στα ελληνικά - γαμέτη, γαμετών, των γαμετών, γαμέτης, gamete
Τυχαίες λέξεις
Клясться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ορκίζομαι, τάζω, όρκος, ορκίζονται, ορκιστεί, ορκιστούν, βρίζουν
Μεταφράσεις: ορκίζομαι, τάζω, όρκος, ορκίζονται, ορκιστεί, ορκιστούν, βρίζουν