Колено στα ελληνικά
Μετάφραση: колено, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βαθμός, καταγωγή, πτυχίο, γόνατο, γόνατος, γονάτου, του γόνατος, το γόνατο
Μεταφράσεις
- блуждать στα ελληνικά - περιπλανιέμαι, περιφέρομαι, τριγυρίζω, περιπλανηθείτε, περιπλανηθεί, να περιπλανηθεί, περιπλανηθούν
- героический στα ελληνικά - ηρωϊκός, ηρωική, ηρωικό, ηρωικές, ηρωικής
- двоеточие στα ελληνικά - άνω κάτω τελεία, παχέος εντέρου, κόλον, του παχέος εντέρου, άνω και κάτω τελεία
- дожариться στα ελληνικά - καβουρντίζω, μαρίδα, τηγανίζω, dozharitsya
Τυχαίες λέξεις
Колено στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βαθμός, καταγωγή, πτυχίο, γόνατο, γόνατος, γονάτου, του γόνατος, το γόνατο
Μεταφράσεις: βαθμός, καταγωγή, πτυχίο, γόνατο, γόνατος, γονάτου, του γόνατος, το γόνατο