Колодка στα ελληνικά
Μετάφραση: колодка, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δέντρο, φραγμός, στηρίγματα, παρακρατώ, πεταλώνω, παπούτσι, απόθεμα, παπουτσιών, υποδημάτων, παπουτσιού, υποδήματος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- белый στα ελληνικά - λευκός, άσπρος, λευκό, λευκή, άσπρο, λευκά, λευκού
- вывалить στα ελληνικά - απολύω, ρυάκι, πετώ, κυλώ, πέταγμα, άφεση, εκπυρσοκρότηση, ...
- высокопоставленный στα ελληνικά - μεταρσιωμένος, υψηλόβαθμοι, υψηλόβαθμος, υψηλόβαθμους, υψηλόβαθμα, υψηλόβαθμων
- естествовед στα ελληνικά - πανεπιστήμων, φυσιοδίφης, φυσιοδίφη, φυσιολατρικό, φυσιολατρικές, φυσιολατρικός
Τυχαίες λέξεις
Колодка στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δέντρο, φραγμός, στηρίγματα, παρακρατώ, πεταλώνω, παπούτσι, απόθεμα, παπουτσιών, υποδημάτων, παπουτσιού, υποδήματος
Μεταφράσεις: δέντρο, φραγμός, στηρίγματα, παρακρατώ, πεταλώνω, παπούτσι, απόθεμα, παπουτσιών, υποδημάτων, παπουτσιού, υποδήματος