Компенсация στα ελληνικά

Μετάφραση: компенсация, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανταμοιβή, αμοιβή, συμψηφισμός, αποζημίωση, επανόρθωση, σκέψη, σεβασμός, αποκατάσταση, αποζημίωσης, αντιστάθμιση, αντιστάθμισης, αποζημιώσεως
Компенсация στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • безнадежный στα ελληνικά - απελπισμένος, απεγνωσμένος, απελπιστική, χωρίς ελπίδα, μάταιο, μάταιη
  • вакцинный στα ελληνικά - εμβόλιο, εμβολίου, εμβολίων, του εμβολίου, το εμβόλιο
  • высмеивать στα ελληνικά - χλευασμός, γελοιοποιώ, πιτσιρίκος, διασυρμός, χλευάζω, λοιδορία, κατσικάκι, ...
  • дозиметр στα ελληνικά - παρακολουθώ, οθόνη, δοσίμετρο, δοσομετρητής, τοποθέτηση δοσιμέτρων, δοσιμέτρου, δοσίμετρο που
Τυχαίες λέξεις
Компенсация στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανταμοιβή, αμοιβή, συμψηφισμός, αποζημίωση, επανόρθωση, σκέψη, σεβασμός, αποκατάσταση, αποζημίωσης, αντιστάθμιση, αντιστάθμισης, αποζημιώσεως