Копиться στα ελληνικά
Μετάφραση: копиться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συγκεντρώνομαι, συναθροίζω, συσσωρεύω, μαζεύω, συναρμολογώ, μαζεύομαι, αγέλη, κοπάδι, περισυλλέγω, συσσωμάτωμα, συρρέω, συσσωρεύονται, συσσωρεύουν, συσσωρεύεται, συσσωρευτούν, συσσωρευτεί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бутил στα ελληνικά - βουτύλιο, βουτυλίου, βουτυλο, βουτυλ, βουτυλεστέρα
- геометрия στα ελληνικά - γεωμετρία, γεωμετρίας, τη γεωμετρία, γεωμετρία του, η γεωμετρία
- дизентерийный στα ελληνικά - δυσεντερικών, δυσεντερικά, δυσεντερικό, τα δυσεντερικά, των δυσεντερικών
- жница στα ελληνικά - θεριστής, θεριστική μηχανή, Reaper, θεριστή, θεριστική
Τυχαίες λέξεις
Копиться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συγκεντρώνομαι, συναθροίζω, συσσωρεύω, μαζεύω, συναρμολογώ, μαζεύομαι, αγέλη, κοπάδι, περισυλλέγω, συσσωμάτωμα, συρρέω, συσσωρεύονται, συσσωρεύουν, συσσωρεύεται, συσσωρευτούν, συσσωρευτεί
Μεταφράσεις: συγκεντρώνομαι, συναθροίζω, συσσωρεύω, μαζεύω, συναρμολογώ, μαζεύομαι, αγέλη, κοπάδι, περισυλλέγω, συσσωμάτωμα, συρρέω, συσσωρεύονται, συσσωρεύουν, συσσωρεύεται, συσσωρευτούν, συσσωρευτεί