Λέξη: συμβουλευτικός

Σχετικές λέξεις: συμβουλευτικός

συμβουλευτικός σταθμός νέων κιλκίς, συμβουλευτικός σταθμός νέων πατρα, συμβουλευτικός σταθμός νέων σερρών, συμβουλευτικός σταθμός νέων θεσσαλονίκης, συμβουλευτικός σταθμός νέων, συμβουλευτικός σταθμός νέων ξάνθης, συμβουλευτικός σταθμός νέων δυτικής θεσσαλονίκης, συμβουλευτικός σταθμός νέων κυκλάδων, συμβουλευτικός σταθμός νέων ανατολικής θεσσαλονίκης, συμβουλευτικός σταθμός νέων θεσπρωτίας

Συνώνυμα: συμβουλευτικός

κατηχητικός, προειδοποιητικός

Μεταφράσεις: συμβουλευτικός

συμβουλευτικός στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
advisory, consultative, an advisory, a consultative, counseling

συμβουλευτικός στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
asesor, consultivo, asesoramiento, de asesoramiento, consultiva

συμβουλευτικός στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
gutachterkommission, beratend, Beratungs, Beratung, beratenden, beratende

συμβουλευτικός στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
consultatif, conseil, consultative, de conseil, consultatif sur

συμβουλευτικός στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
consultivo, consulenza, consultiva, di consulenza, Advisory

συμβουλευτικός στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
consultivo, consultiva, consultoria, assessoria, de aconselhamento

συμβουλευτικός στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
adviserend, raadgevend, adviserende, raadgevende, adviesdiensten

συμβουλευτικός στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
совещательный, консультативный, консультативная, консультативной, консультативным, консультативного

συμβουλευτικός στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
rådgivende, rådgivnings, rådgivning, veiledningen, rådgivings

συμβουλευτικός στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
rådgivande, Advisory, rådgivning, rådgivnings, rådgivare

συμβουλευτικός στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
neuvonta-

συμβουλευτικός στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
rådgivende, rådgivningsproceduren, Advisory, Det Rådgivende, Raadgivende

συμβουλευτικός στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
poradní, poradenství, poradním, poradenská, poradenské

συμβουλευτικός στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
opiniodawczy, doradczy, konsultacyjny, doradcza, doradztwo, doradcze

συμβουλευτικός στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
tanácsadó, tanácsadói, tanácsadási, foglalkozó tanácsadó, tanácsadás

συμβουλευτικός στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
danışma, danışmanlık, tavsiye, danışmanlığı, danışman

συμβουλευτικός στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
консультативний, дорадчий, консультативна, консультативну, консультативним

συμβουλευτικός στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
këshillimor, këshillues, këshillëdhënës, këshilluese, këshillues i

συμβουλευτικός στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
консултативен, съвещателен, Консултативния, консултативна

συμβουλευτικός στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
кансультатыўны, кансультацыйны, кансультатыўная, Кансультацыйная, кансультатыўную

συμβουλευτικός στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
nõustav, nõuandev, nõuandva, nõuandeteenuste, nõuandemenetluse, nõuandvat

συμβουλευτικός στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
savjetodavno, savjetodavni, savjetodavan, savjetodavna, savjetodavne, Advisory

συμβουλευτικός στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ráðgefandi, Advisory, ráðgjöf, tilmæli, Ráðgjafahópur

συμβουλευτικός στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
patariamasis, patariamoji, konsultavimo, patariamąją, patariamojo

συμβουλευτικός στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
padomdošanas, konsultatīvs, padomdevēja, konsultāciju, padomdevēju

συμβουλευτικός στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
советодавни, советодавна, советодавно, советодавен, Советодавниот

συμβουλευτικός στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
consultativ, consultare, de consultare, consultativă, de consiliere

συμβουλευτικός στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
svetovalni, svetovalna, svetovalno, svetovalne, posvetovalno

συμβουλευτικός στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
poradní, poradný, poradné, poradnej, poradná, poradnú
Τυχαίες λέξεις