Крутящийся στα ελληνικά
Μετάφραση: крутящийся, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περιστρεφόμενος, επαναστατικός, περιστροφικός, ιλιγγιώδης, ιλιγγιώδεις, Η ιλιγγιώδης, ιλιγγιώδεις ρυθμούς, ιλιγγιώδεις ρυθμούς στο
Μεταφράσεις
- беловатый στα ελληνικά - υπόλευκος, υπόλευκο, λευκωπό, λευκωπή, υπόλευκα
- биотехнология στα ελληνικά - βιοτεχνολογία, βιοτεχνολογίας, της βιοτεχνολογίας, η βιοτεχνολογία, τη βιοτεχνολογία
- вселять στα ελληνικά - εμπνέω, εγκαθιστώ, κινώ, εγκαθιδρύω, σαλεύω, ενσταλάζω, τοποθετώ, ...
- допустимо στα ελληνικά - Επιτρέπεται, επιτρεπτή, επιτρεπόμενη, επιτρεπόμενο, επιτρεπτό
Τυχαίες λέξεις
Крутящийся στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περιστρεφόμενος, επαναστατικός, περιστροφικός, ιλιγγιώδης, ιλιγγιώδεις, Η ιλιγγιώδης, ιλιγγιώδεις ρυθμούς, ιλιγγιώδεις ρυθμούς στο
Μεταφράσεις: περιστρεφόμενος, επαναστατικός, περιστροφικός, ιλιγγιώδης, ιλιγγιώδεις, Η ιλιγγιώδης, ιλιγγιώδεις ρυθμούς, ιλιγγιώδεις ρυθμούς στο