Λέξη: αγχόνη

Σχετικές λέξεις: αγχόνη

αγχόνη 1955, η αγχόνη, αγχόνη ετυμολογία

Συνώνυμα: αγχόνη

κρεμάλα

Μεταφράσεις: αγχόνη

αγχόνη στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
gallows, gibbet, the gallows

αγχόνη στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
horca, patíbulo, horcas, la horca, cadalso

αγχόνη στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
galgen, Galgen, Galgens, gallows, Galgen zu

αγχόνη στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
gibet, potence, potences, échafaud, la potence

αγχόνη στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
patibolo, forca, forche, gallows, patiboli

αγχόνη στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
forca, patíbulo, cadafalso, gallows, forcas

αγχόνη στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
galg, galgen, gallows, de galg

αγχόνη στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
козлы, помочи, виселица, виселицы, виселицу, виселиц

αγχόνη στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
galge, galgen, galger

αγχόνη στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
galge, galgen, galgar, påle, pålen

αγχόνη στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
hirsipuu, hirsipuuhun, gallows, hirsipuuta, hirsipuun

αγχόνη στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
galge, galgen, galgerne, galger

αγχόνη στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
šibenice, Gallows, šibenici, popraviště, Šibeniční

αγχόνη στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
szubienica, gallows, szubienice, szubienicę, szubienicy

αγχόνη στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
nyújtóállvány, akasztófa, akasztófára, akasztófát, akasztófán, akasztófák

αγχόνη στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
darağacı, gallows, darağacını, darağacında, asarak idam etme

αγχόνη στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
помочи, козли, шибениця, цапи, шибеницю

αγχόνη στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
varje, ngritur një trekëmbësh, është ngritur një trekëmbësh, trekëmbësh, trekëmbëshi

αγχόνη στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
бесилка, бесило, бесилката, бесилки

αγχόνη στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
шыбеніца

αγχόνη στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
traallook, võllas, traallookade, puusse, võllast, võlla

αγχόνη στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
vješala, gubilište

αγχόνη στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
gálga, GALLOWS

αγχόνη στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kartuvės, kartuves, nedorėlis, Niūri, Karātavas

αγχόνη στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
karātavas, Karātavu, Gallows

αγχόνη στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
бесилка, бесилки, бесилката

αγχόνη στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
spânzurătoare, spânzurători, macabru, spînzurătoare, furci

αγχόνη στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
vislice, vješala

αγχόνη στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
šibenice, šibenica, šibenicou
Τυχαίες λέξεις