Кусочек στα ελληνικά
Μετάφραση: кусочек, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποφάγια, φίμωτρο, κομμάτι, νικώ, φέτα, πράγμα, λιχουδιά, συντρίβω, γλείφω, ένα κομμάτι, ένα τεμάχιο, ένα τμήμα, τεμάχιο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- антисемитский στα ελληνικά - αντισημιτική, αντισημιτικά, αντισημιτικές, αντισημιτικό, αντισημιτικών
- вымораживание στα ελληνικά - παγερός, ψύξη, πάγωμα, δέσμευση, κατάψυξη, κατάψυξης, ψύξης
- гардемарин στα ελληνικά - νεαρός, δόκιμος αξιωματικός του ναυτικού, midshipman, σκοπός έστειλε, έβαλε τον σκοπό
- дотошно στα ελληνικά - σχολαστικά, προσεκτικά, επιμελώς, σχολαστική, σχολαστικότητα
Τυχαίες λέξεις
Кусочек στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποφάγια, φίμωτρο, κομμάτι, νικώ, φέτα, πράγμα, λιχουδιά, συντρίβω, γλείφω, ένα κομμάτι, ένα τεμάχιο, ένα τμήμα, τεμάχιο
Μεταφράσεις: αποφάγια, φίμωτρο, κομμάτι, νικώ, φέτα, πράγμα, λιχουδιά, συντρίβω, γλείφω, ένα κομμάτι, ένα τεμάχιο, ένα τμήμα, τεμάχιο