Лай στα ελληνικά

Μετάφραση: лай, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φλοιός, κόλπος, γάβγισμα, γαύγισμα, την αποφλοίωση, γαύγισμα του, η αποφλοίωση
Лай στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • бедный στα ελληνικά - ακατάστατος, αξιολύπητος, άπαχος, γέρνω, ελεεινός, οικτρός, στείρος, ...
  • бескрайний στα ελληνικά - άπειρος, απεριόριστος, απέραντος, απεριόριστη, απέραντη, απέραντο
  • больно στα ελληνικά - οδυνηρά, πονάει, που πονάει, βλάπτει, πονάτε, πλήττει την
  • гороскоп στα ελληνικά - πρόσωπο, αριθμός, ωροσκόπιο, Ζωόδιο, Ωροσκοπιο, ωροσκοπίου, ανα Ωροσκοπιο
Τυχαίες λέξεις
Лай στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φλοιός, κόλπος, γάβγισμα, γαύγισμα, την αποφλοίωση, γαύγισμα του, η αποφλοίωση