Лоцманский στα ελληνικά
Μετάφραση: лоцманский, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πιλοτάρω, πιλότος, πιλοτικά, πιλοτικό, πιλοτικών, πιλοτική
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вилка στα ελληνικά - πατερίτσα, δεκανίκι, βύσμα, πρίζα, πιρούνι, πιρουνιού, περόνη, ...
- вогнутый στα ελληνικά - κοίλος, κοίλη, κοίλο, κοίλες, κοίλα
- грыжа στα ελληνικά - θλάση, κήλη, θραύση, κήλης, της κήλης, την κήλη, η κήλη
- десикация στα ελληνικά - αποξήρανση, αποξήρανσης, αποξήρανσή, την αποξήρανση, αποξηράνσεως
Τυχαίες λέξεις
Лоцманский στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πιλοτάρω, πιλότος, πιλοτικά, πιλοτικό, πιλοτικών, πιλοτική
Μεταφράσεις: πιλοτάρω, πιλότος, πιλοτικά, πιλοτικό, πιλοτικών, πιλοτική