Λέξη: ζεστός

Σχετικές λέξεις: ζεστός

ζεστός συνώνυμα, ζεστός αέρας από τζάκι, ζεστός καφές, ζεστός αέρας στίχοι, ζεστός αέρας, ζεστόσ χυμόσ μήλου, ζεστός πάγος, ζεστός νοέμβρης ποίημα, ζεστός συνώνυμο

Συνώνυμα: ζεστός

καυτό, θερμός, καυστικός, καυτερός, καυτερό, αναπαυτικός, ευχάριστος, άνετος, μετριώς θερμός

Μεταφράσεις: ζεστός

ζεστός στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
warm, genial, hot, cozy, warmer

ζεστός στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
caliente, calentarse, cálido, caldear, caluroso, afable, complaciente, amable, calientes, en caliente, caliente de, hot

ζεστός στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
großartig, freundlich, warm, zart, erwärmen, liebend, aufwärmen, anwärmen, liebenswürdig, zärtlich, heiß, heißen, heiße

ζεστός στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
clément, tendre, affectueux, avenant, chauffer, cordial, amène, chauffez, studieux, chaud, affable, échauffer, bénin, placide, bassinons, agréable, chaude, à chaud, remous, à remous

ζεστός στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
scaldare, affabile, amabile, cortese, gradevole, caloroso, benevolo, riscaldare, caldo, calda, hot, vasca, a caldo

ζεστός στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
vivo, quente, amável, armazém, bondoso, morno, afável, gentil, acalorado, quentes, hot, a quente

ζεστός στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
aardig, zoet, warm, voorkomend, heet, warme, hete, hot

ζεστός στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
утепленный, всыпать, приветливый, нагреть, согретый, утеплить, дружелюбный, радушный, добрый, утеплять, согреваться, прогреть, подогреть, добродушный, подогревать, свежий, горячей, горячий, горячая, горячего, жарко

ζεστός στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
mild, varm, elskverdig, varmt, varme, hot

ζεστός στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
älskvärd, varm, gemytlig, värma, tillgiven, het, varmt, varma, hett

ζεστός στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kuuma, lauha, lämmetä, lämmin, mukava, leppoisa, ystävällinen, leppeä, harras, lämmittää, kuumaa, hot, kuumia, kuuman

ζεστός στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
varm, venlig, elskværdig, varme, varmt, hot

ζεστός στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
mírný, bodrý, žoviální, teplo, srdečný, ohřát, hřejivý, teplý, přátelský, hřát, vlídný, přívětivý, vřelý, rozehřát, horlivý, ohřívat, horký, horko, horké, horká, teplé

ζεστός στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
podbródkowy, łagodny, radosny, dobrotliwy, ogrzać, ciepły, żywy, nagrzewać, rozgrzewać, gorliwy, przychylny, wesoły, ocieplić, uprzejmy, miły, serdeczny, gorący, gorąco, gorące, hot, gorąca

ζεστός στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
melegedés, felhevült, felmelegedés, meleg, forró, hot, melegen, a forró

ζεστός στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sevimli, mahirli, ısıtmak, ılık, sıcak, hot, sıcak bir, ateşli

ζεστός στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
добродушний, сердечний, виробляючий, воєначальник, гарячої, гарячий, гарячою, гарячій, гарячого

ζεστός στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
nxehtë, të nxehtë, e nxehtë, hot, ngrohtë

ζεστός στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
горещ, Гореща, горещо, топла, горещи

ζεστός στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
цяпло, гарачай, гарачэй

ζεστός στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
sõjapealik, kuum, kuuma, hot, sooja, soe

ζεστός στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
veseo, ljubazan, srdačan, topla, toplo, vruće, vruća, hot, vrući

ζεστός στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
heitur, hlýr, heitt, heitu, heitum, heita

ζεστός στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
tepidus

ζεστός στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
meilus, mandagus, malonus, šiltas, karštas, karšto, karšta, hot, karštojo

ζεστός στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
sirsnīgs, laipns, silts, sildīt, pievilcīgs, mīlošs, patīkams, pieklājīgs, karsts, karsti, karstā, karsta, karstu

ζεστός στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
топла, топло, жешки, топли, жешка

ζεστός στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
afabil, afectuos, cald, fierbinte, caldă, la cald, calda

ζεστός στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
teplo, geniální, topel, vroče, hot, vroča, vroč, vroči

ζεστός στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
srdečný, teplo, teplý, horúci, horúce
Τυχαίες λέξεις