Лунка στα ελληνικά
Μετάφραση: лунка, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπόκωφος, τρύπα, κούφιος, φλιτζάνι, κοίλος, βαθουλωμένος, οπή, οπής, οπών, τρύπας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- битер στα ελληνικά - δάρτης, χτυπητήρι, beater, μίξερ, αναδευτήρα, το χτυπητήρι
- водохранилище στα ελληνικά - λιμνούλα, δεξαμενή, πισίνα, δεξαμενής, δοχείο, ταμιευτήρα, ρεζερβουάρ
- всухую στα ελληνικά - χωρίς, άνευ, ξηρός, ξηρό, ξηρού, ξηρά, ξηρή
- докапиталистический στα ελληνικά - προκαπιταλιστικές, προκαπιταλιστική, προκαπιταλιστικούς, προκαπιταλιστικό
Τυχαίες λέξεις
Лунка στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπόκωφος, τρύπα, κούφιος, φλιτζάνι, κοίλος, βαθουλωμένος, οπή, οπής, οπών, τρύπας
Μεταφράσεις: υπόκωφος, τρύπα, κούφιος, φλιτζάνι, κοίλος, βαθουλωμένος, οπή, οπής, οπών, τρύπας