Λέξη: εννέα

Σχετικές λέξεις: εννέα

εννέα σκυλιά μπιγκλ πατούν γρασίδι και βλέπουν τον ήλιο - για πρώτη φορά, εννέα μούσες, εννέα όγδοα, εννέα όγδοα 9/8 live, εννέα βασίλισσες, εννέα όγδοα στης καισαριανής τον τοίχο, εννέα έτη φωτός, εννέα τάγματα των αγγέλων, εννέα άρχοντες, εννέα οδοί

Μεταφράσεις: εννέα

εννέα στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
nine, nine a.m., nine o'clock

εννέα στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
nueve, de nueve, y nueve, las nueve, nueve de

εννέα στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
neun

εννέα στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
neuf, de neuf

εννέα στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
nove, di nove, a nove, nove anni, nine

εννέα στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
nilo, nove, de nove, nove anos, e nove, nine

εννέα στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
negen, van negen

εννέα στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
девятка, девять, девяти, девятьсот, девятью

εννέα στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
ni

εννέα στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
nio, nine

εννέα στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
yhdeksän, yhdeksästä, yhdeksässä, yhdeksään, yhdeksää

εννέα στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
ni

εννέα στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
devět, devítka, devíti, nine

εννέα στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
dziewięć, dziewięćset, dziewięciu, nine

εννέα στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kilenc, baseballcsapat, nine, a kilenc

εννέα στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
dokuz

εννέα στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
дев'ятка, дев'ять, дев'ятеро, дев'ятій, дев`ять

εννέα στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
nëntë, e nëntë, në nëntë, prej nëntë, nëntë të

εννέα στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
девет, и девет, деветте, на девет, деветстотин

εννέα στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
дзевяць, девять

εννέα στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
üheksa, üheksast, üheksat, üheksas, üheksasaja

εννέα στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
devet, i devet, od devet, je devet

εννέα στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
níu, og níu, fyrstu níu, niu

εννέα στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
novem

εννέα στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
devyni, devynių, devynis, devynios, devynerių

εννέα στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
deviņi, deviņu, deviņas, deviņus, deviņiem

εννέα στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
девет, деветмина, деветте, на девет, од девет

εννέα στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
nouă, noua, de nouă, și nouă, nouă de

εννέα στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
devet, devetih, devetimi, v devetih, je devet

εννέα στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
deväť, deviatich

Στατιστικά δημοτικότητας: εννέα

Τυχαίες λέξεις