Льгота στα ελληνικά
Μετάφραση: льгота, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προνόμιο, ανοσία, ασυδοσία, απαλλαγή, ευχέρεια, ευκολία, προτίμηση, όφελος, πλεονέκτημα, οφέλους, παροχών, παροχή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- антрополог στα ελληνικά - ανθρωπολόγος, ανθρωπολόγο, ανθρωπολόγου, ο ανθρωπολόγος, η ανθρωπολόγος
- безупречный στα ελληνικά - ανοξείδωτος, άψογος, ατόφιος, αλάθητος, τέλειος, άμεμπτος, άχραντος, ...
- выдать στα ελληνικά - εκδίδω, αρουραίος, ξοδεύω, τεύχος, δημοσιεύω, δίνω, θέμα, ...
- двурушничество στα ελληνικά - διπλοπροσωπία, διπλό παιχνίδι
Τυχαίες λέξεις
Льгота στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προνόμιο, ανοσία, ασυδοσία, απαλλαγή, ευχέρεια, ευκολία, προτίμηση, όφελος, πλεονέκτημα, οφέλους, παροχών, παροχή
Μεταφράσεις: προνόμιο, ανοσία, ασυδοσία, απαλλαγή, ευχέρεια, ευκολία, προτίμηση, όφελος, πλεονέκτημα, οφέλους, παροχών, παροχή