Магистральный στα ελληνικά
Μετάφραση: магистральный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κύριος, κυριότερος, αρτηριακός, κορμός, κορμό, κορμού, του κορμού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- брякать στα ελληνικά - bryakat
- вонь στα ελληνικά - βρόμα, δυσωδία, βρομιά, βρομώ, βρώμα, μπόχα, δυσοσμία, ...
- достигнуть στα ελληνικά - διασφαλίζω, φτάνω, εδραιώνω, κατορθώνω, ασφαλής, ασφαλίζω, αποκτώ, ...
- евангелист στα ελληνικά - ευαγγελιστής, ευαγγελιστή, Ευαγγελιστού, Evangelist, Ευαγγελική
Τυχαίες λέξεις
Магистральный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κύριος, κυριότερος, αρτηριακός, κορμός, κορμό, κορμού, του κορμού
Μεταφράσεις: κύριος, κυριότερος, αρτηριακός, κορμός, κορμό, κορμού, του κορμού