Малокровный στα ελληνικά

Μετάφραση: малокровный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναιμικός, αναιμικούς, αναιμική, αναιμικά, αναιμικοί
Малокровный στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • береговой στα ελληνικά - παραλιακός, παράκτιος, παραθαλάσσιος, ακτή, ακτής, ακτές, ακτών, ...
  • богохульник στα ελληνικά - βλάσφημος, βλάσφημο, βλάσφημου
  • бытовой στα ελληνικά - κατοικίδιος, κοινός, οικιακός, συνηθισμένος, καθημερινός, καθημερινή, καθημερινά, ...
  • вирус στα ελληνικά - ιός, ζουζούνι, μαμούδι, ιού, ιό, του ιού, ιού της
Τυχαίες λέξεις
Малокровный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναιμικός, αναιμικούς, αναιμική, αναιμικά, αναιμικοί