Манатки στα ελληνικά
Μετάφραση: манатки, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περιουσία, τιμαλφή, υπάρχοντα, άχρηστος, ένδυμα, αποτυχία, αποτυχημένος, dud
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- библиотекарь στα ελληνικά - βιβλιοθηκάριος, βιβλιοθηκονόμος, βιβλιοθηκονόμο, βιβλιοθηκονόμου, βιβλιοθηκάριο
- вагон-холодильник στα ελληνικά - ψυγείο
- дивизия στα ελληνικά - μεραρχία, διαίρεση, διχασμός, τμήμα, κατανομή, διαίρεσης, καταμερισμό
- жизнеутверждающий στα ελληνικά - ουσιώδης, ζωτικός, ζωτικής σημασίας, ζωτικό, ζωτική, ζωτικής
Τυχαίες λέξεις
Манатки στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περιουσία, τιμαλφή, υπάρχοντα, άχρηστος, ένδυμα, αποτυχία, αποτυχημένος, dud
Μεταφράσεις: περιουσία, τιμαλφή, υπάρχοντα, άχρηστος, ένδυμα, αποτυχία, αποτυχημένος, dud