Материк στα ελληνικά
Μετάφραση: материк, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ήπειρος, ηπειρωτική χώρα, ηπειρωτική, ηπειρωτικής, την ηπειρωτική, ενδοχώρα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- взвешенный στα ελληνικά - σταθμισμένο, σταθμισμένη, σταθμισμένος, σταθμισμένων, σταθμισμένης
- входящий στα ελληνικά - εισερχόμενος, εισερχόμενες, εισερχόμενη, εισερχόμενων, εισερχόμενο
- выровненный στα ελληνικά - ευθυγραμμισμένος, Αδεσμεύτων, στοίχιση, ευθυγραμμισμένα, ευθυγραμμισμένες
- желтеть στα ελληνικά - δειλός, κίτρινος, κίτρινο, την κίτρινη, κίτρινη, κίτρινου
Τυχαίες λέξεις
Материк στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ήπειρος, ηπειρωτική χώρα, ηπειρωτική, ηπειρωτικής, την ηπειρωτική, ενδοχώρα
Μεταφράσεις: ήπειρος, ηπειρωτική χώρα, ηπειρωτική, ηπειρωτικής, την ηπειρωτική, ενδοχώρα