Λέξη: αγέννητος
Σχετικές λέξεις: αγέννητος
αγέννητοσ ταινια, αγέννητος υποθεση, αγέννητος movie, ο αγέννητος
Μεταφράσεις: αγέννητος
αγέννητος στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
unborn
αγέννητος στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
no nacido, nonato, nacer, por nacer, nacido
αγέννητος στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
ungeboren, ungeborenen, ungeborene, Mutterleib, ungeborenes
αγέννητος στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
futur, prochain, naître, à naître, à venir, enfant à naître, encore né
αγέννητος στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
nascituro, non ancora nato, non ancora nati, ancora nato, ancora nati
αγέννητος στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
por nascer, nascituros, unborn, não nascido, não nascida
αγέννητος στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
ongeboren, het ongeboren, ongeborene, ongeborenen
αγέννητος στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
будущий, незапыхавшийся, грядущий, нерожденный, нерожденного, нерожденных, еще не родившегося
αγέννητος στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
ufødte, ufødt, unborn, foster, fosterskader
αγέννητος στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ofödda, ofött, foster, fosterskador
αγέννητος στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
syntymätön, syntymättömän, syntymättömälle, syntymättömien, syntymätöntä
αγέννητος στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
ufødte, under graviditeten, graviditeten, ufødt, det ufødte
αγέννητος στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
budoucí, příští, nenarozený, nenarozené, nenarozených, nezrozený, nenarozených dětí
αγέννητος στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
niegotowy, przyszły, nienarodzonych, nienarodzone, nienarodzony, nienarodzone dzieci, nienarodzonego
αγέννητος στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
meg nem született, születendő, született, nem született, még meg nem született
αγέννητος στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
doğmamış, Anne karnındaki, karnındaki, henüz doğmamış
αγέννητος στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
майбутній, прийдешній, ненароджена, Ненароджений, ненароджене, непороджений
αγέννητος στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
që s'ka lindur ende, palindur, e palindur, i palindur, të palindur
αγέννητος στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
нероден, нероденото, плода, плода при, неродено
αγέννητος στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ненароджанае
αγέννητος στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
sündimata, loodet, veel sündimata, loote, sündimata lapsed
αγέννητος στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
nerođen, nerođeno, nerođene, unborn, nerođeni
αγέννητος στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ófædd, ófætt, ófædda, móðurkviði, óborinn
αγέννητος στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
negimęs, negimusiam, negimusio, dar negimę, negimusius
αγέννητος στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
nedzimis, vēl nedzimušos bērnus, nedzimušais, vēl nedzimušais, nedzimušos bērnus
αγέννητος στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
неродено, нероденото, неродените, неродени, нероден
αγέννητος στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
nenăscut, nenascut, timpul sarcinii, în timpul sarcinii, fătului
αγέννητος στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
nerojeni, nerojenih, nerojenih otrok, nerojene, nerojenega
αγέννητος στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
nenarodený, nenarodené