Миг στα ελληνικά

Μετάφραση: миг, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναβοσβήνω, στιγμή, σπιθαμή, μικροσκοπικός, λεπτομερής, στιγμιαίος, λεπτό, παρόν, τη στιγμή, στιγμή που, παρόντος
Миг στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • вашингтон στα ελληνικά - Ουάσινγκτον, Ουάσιγκτον, Washington, της Ουάσιγκτον, την Ουάσιγκτον
  • ввалить στα ελληνικά - ρίχνω, πετώ, ξεφορτώνομαι, πέταγμα, πέφτουν, στεγνωτήριο, κατρακυλούν, ...
  • востоковедческий στα ελληνικά - ανατολικός, ανατολίτικος, Oriental, Ανατολικών, Ανατολίτικο, ανατολίτικη
  • жженый στα ελληνικά - καίγονται, κάηκε, καμένα, έκαψαν, καεί
Τυχαίες λέξεις
Миг στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναβοσβήνω, στιγμή, σπιθαμή, μικροσκοπικός, λεπτομερής, στιγμιαίος, λεπτό, παρόν, τη στιγμή, στιγμή που, παρόντος