Многоместный στα ελληνικά
Μετάφραση: многоместный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ευρύχωρος, πολυ, πολλαπλών, πολλών, multi, πολλαπλής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бельгийский στα ελληνικά - Βέλγος, βελγικός, βελγική, βελγικές, βελγίου
- венозный στα ελληνικά - φλεβικός, φλεβική, φλεβικής, φλεβικού, φλεβικό
- взвывать στα ελληνικά - ουρλιάζω, vzvyvat
- дно στα ελληνικά - οχετός, στραγγίζω, πάτος, πέλμα, γλώσσα, κρεβάτι, κάτω μέρος, ...
Τυχαίες λέξεις
Многоместный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ευρύχωρος, πολυ, πολλαπλών, πολλών, multi, πολλαπλής
Μεταφράσεις: ευρύχωρος, πολυ, πολλαπλών, πολλών, multi, πολλαπλής