Λέξη: στρατολογία
Σχετικές λέξεις: στρατολογία
στρατολογία κατάταξη, στρατολογία πατρών, στρατολογία θεσσαλονίκης, στρατολογία ρουφ, στρατολογία λαμίας, στρατολογία πειραιά, στρατολογία ιωαννίνων, στρατολογία πάτρας, στρατολογία τρίπολης, στρατολογία λάρισας
Συνώνυμα: στρατολογία
είσπραξη, προσχέδιο, νομοσχέδιο, συναλλαγματική, τράβηγμα, ρουφηξιά, ναυτολόγηση, στρατολόγηση, επίταξη
Μεταφράσεις: στρατολογία
στρατολογία στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
conscription, recruitment, impressment, recruiting, recruited
στρατολογία στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
alistamiento, conscripción, servicio militar obligatorio, reclutamiento, la conscripción, el reclutamiento
στρατολογία στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
aushebung, Einberufung, Wehrpflicht, die Wehrpflicht, der Wehrpflicht, Aushebung
στρατολογία στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
recrutement, conscription, la conscription, enrôlement, de conscription, incorporation
στρατολογία στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
coscrizione, leva, la coscrizione, arruolamento, leva obbligatoria
στρατολογία στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
recrutamento, conscrição, o recrutamento, alistamento, serviço militar obrigatório
στρατολογία στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
dienstplicht, de dienstplicht, conscriptie, inlijving, ronseling
στρατολογία στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
набор, призыв на военную службу, воинская повинность, воинской повинности, воинская обязанность, Воинской обязанности не существует
στρατολογία στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
verneplikt, verneplikten, utskriving
στρατολογία στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
värnplikt, värnplikten, värnplikts, uttagning till militärtjänstgöring, beväringstjänsten
στρατολογία στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
asepalvelus, asevelvollisuus, asevelvollisuuden, asevelvollisuuteen, asevelvollisuutta, varusmiespalvelusta
στρατολογία στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
værnepligt, værnepligten, værnepligtens
στρατολογία στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
odvod, odvody, branná povinnost, konskripční, odvodu
στρατολογία στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
konskrypcja, mobilizacja, pobór, pobór do wojska, poboru, powoływanie, pobór do
στρατολογία στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
behívás, katonaállítás, hadiadó, sorozás, hadkötelezettség, sorozást, sorkatonai szolgálat, a sorozás
στρατολογία στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
mecburi görev, zorunlu askerlik, askere alma, Zorunlu askerliği geride bırakmış, Bu ülkelerde askerlik görevinin
στρατολογία στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
призов на військову
στρατολογία στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
rekrutim, rekrutimi, rekrutimit, mobilizimi, rekrutimi ka
στρατολογία στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
военна повинност, задължителната военна служба, задължителна военна служба, наборната служба, военната повинност
στρατολογία στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
прызыў на, прызы ¢ на
στρατολογία στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
sõjaväekohustus, väeteenistusse võtmine, väeteenistusse, sundvärbamine, kutsumist, ajateenistus
στρατολογία στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
novačenje, regrutovanje, služenja vojnog roka, vojni rok, služenja vojnog roka se
στρατολογία στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
conscription
στρατολογία στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
prievolė, šaukimas, karo prievolė, jaunuolių šaukimą, jaunuolių šaukimą į
στρατολογία στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
iesaukšana, karaklausība, iesaukšana karadienestā, karadienestā, iesauc karadienestā
στρατολογία στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
регрутацијата, регрутација, воениот рок, задолжителната воена обврска, регрутирање
στρατολογία στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
recrutare, recrutarea, serviciul militar obligatoriu, militar obligatoriu, încorporare
στρατολογία στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
vpoklic, vpoklica, vojsko, v vojsko, vključevanjem v vojsko
στρατολογία στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
odvod, odvádzanie, odvodu, zaplatenie
Στατιστικά δημοτικότητας: στρατολογία
Τυχαίες λέξεις