Мореплавательный στα ελληνικά
Μετάφραση: мореплавательный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ναυτικός, ναυτικών, ναυτικά, ναυτικό, ναυτική
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- антипатичный στα ελληνικά - αντιπαθή, αντιπάθεια, απέχθεια, αντιπαθέστατο, με απέχθεια
- болгарский στα ελληνικά - Βούλγαρος, βουλγαρική, Βουλγαρικά, βουλγαρικής, βουλγαρικές
- гидрофон στα ελληνικά - υδρόφωνο, υδροφώνων, υδροφώνων που, υδροφώνου, υδροφωνικός
- жертвенник στα ελληνικά - βωμός, βωμό, θυσιαστήριο, βωμού, θυσιαστηρίου
Τυχαίες λέξεις
Мореплавательный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ναυτικός, ναυτικών, ναυτικά, ναυτικό, ναυτική
Μεταφράσεις: ναυτικός, ναυτικών, ναυτικά, ναυτικό, ναυτική