Мутноватый στα ελληνικά

Μετάφραση: мутноватый, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λασπωμένος, ιλυώδης, λασπώδης, θολός, λασπώδη, λασπωμένο
Мутноватый στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • аноним στα ελληνικά - anonym
  • видоизменить στα ελληνικά - μετατρέπω, παραλλάζω, μετατροπή, παραλλαγή, τροποποιώ, αλλάζω, παραποιώ, ...
  • воплощать στα ελληνικά - παριστάνω, προσωποποιώ, εξηγώ, ενσωματώνω, ενσαρκώνω, εκφράζω, συσσωματώνω, ...
  • гросс στα ελληνικά - ακαθάριστος, πρόστυχος, χοντρός, αισχρός, ακαθάριστο, ακαθάριστα, ακαθάριστη, ...
Τυχαίες λέξεις
Мутноватый στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λασπωμένος, ιλυώδης, λασπώδης, θολός, λασπώδη, λασπωμένο