Муторный στα ελληνικά
Μετάφραση: муторный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ζοφερός, καταθλιπτικός, μουντός, θλιβερός, θλιβερό, θλιβερή, θλιβερά, πληκτική
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- гарт στα ελληνικά - τύπου, τύπου που
- делишки στα ελληνικά - δουλειές, δουλειά, επιχείρηση, υπόθεση, υποθέσεων, υποθέσεις, θέματα, ...
- дергаться στα ελληνικά - κόπανος, τράνταγμα, κλονισμός, τράβηγμα, σπασμός, τίναγμα, συσπώνται, ...
- детонация στα ελληνικά - έκρηξη, εκπυρσοκρότηση, έκρηξης, εκπυρσοκρότησης, πυροδότηση
Τυχαίες λέξεις
Муторный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ζοφερός, καταθλιπτικός, μουντός, θλιβερός, θλιβερό, θλιβερή, θλιβερά, πληκτική
Μεταφράσεις: ζοφερός, καταθλιπτικός, μουντός, θλιβερός, θλιβερό, θλιβερή, θλιβερά, πληκτική