Намерение στα ελληνικά
Μετάφραση: намерение, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκοπός, διευθετώ, συμβουλεύω, ιδέα, αποφασίζω, αποβλέπω, άποψη, σκεφτόμουν, σκέψη, σχεδιασμός, νόμιζα, σχέδιο, πρόγραμμα, καμαρίλα, σκοπεύω, προβάλλω, πρόθεση, πρόθεσή, την πρόθεσή, την πρόθεση, σκοπό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- валяльщик στα ελληνικά - πληρέστερη, αναπτύσσονται διεξοδικώς, συζήτηση αναπτύσσονται διεξοδικώς, πληρέστερης, πληρέστερο
- винительный στα ελληνικά - αιτιατική, αιτιατικής, στην αιτιατική, την αιτιατική, η αιτιατική
- гипербола στα ελληνικά - υπερβολή, υπερβολές, υπερβολής, η υπερβολή, την υπερβολή
- долить στα ελληνικά - προσθέτω, top, κορυφή, αρχή, σελίδας, αρχή σελίδας
Τυχαίες λέξεις
Намерение στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκοπός, διευθετώ, συμβουλεύω, ιδέα, αποφασίζω, αποβλέπω, άποψη, σκεφτόμουν, σκέψη, σχεδιασμός, νόμιζα, σχέδιο, πρόγραμμα, καμαρίλα, σκοπεύω, προβάλλω, πρόθεση, πρόθεσή, την πρόθεσή, την πρόθεση, σκοπό
Μεταφράσεις: σκοπός, διευθετώ, συμβουλεύω, ιδέα, αποφασίζω, αποβλέπω, άποψη, σκεφτόμουν, σκέψη, σχεδιασμός, νόμιζα, σχέδιο, πρόγραμμα, καμαρίλα, σκοπεύω, προβάλλω, πρόθεση, πρόθεσή, την πρόθεσή, την πρόθεση, σκοπό