Направляться στα ελληνικά
Μετάφραση: направляться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απεργία, προορίζω, προβαίνω, προχωρώ, περπατώ, φτιάχνω, ρυθμός, επισκευή, κάνω, εξαναγκάζω, φόρα, χτυπώ, επιμελούμαι, περιποιούμαι, επισκευάζω, σεργιανίζω, πηγαίνω, πάω, πάει, πάτε, πηγαίνετε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- аттический στα ελληνικά - σοφίτα, πατάρι, σοφίτας, αττικό, στη σοφίτα
- вспугивать στα ελληνικά - εκτινάσσομαι, αρχίζω, ξεκίνημα, άνοιξη, ξεκινώ, αναπηδώ, αρχή, ...
- газы στα ελληνικά - αιολική, άνεμος, κουρδίζω, αέριο, αερίου, αερίων, φυσικού αερίου, ...
- данные στα ελληνικά - ύλη, δεδομένα, μαρτυρία, διάβασμα, στοιχεία, απόδειξη, αποδείξεις, ...
Τυχαίες λέξεις
Направляться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απεργία, προορίζω, προβαίνω, προχωρώ, περπατώ, φτιάχνω, ρυθμός, επισκευή, κάνω, εξαναγκάζω, φόρα, χτυπώ, επιμελούμαι, περιποιούμαι, επισκευάζω, σεργιανίζω, πηγαίνω, πάω, πάει, πάτε, πηγαίνετε
Μεταφράσεις: απεργία, προορίζω, προβαίνω, προχωρώ, περπατώ, φτιάχνω, ρυθμός, επισκευή, κάνω, εξαναγκάζω, φόρα, χτυπώ, επιμελούμαι, περιποιούμαι, επισκευάζω, σεργιανίζω, πηγαίνω, πάω, πάει, πάτε, πηγαίνετε