Направляющая στα ελληνικά
Μετάφραση: направляющая, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οδηγός, καθοδηγώ, ξεναγώ, ξεναγός, καθοδηγήσει, καθοδηγούν, καθοδήγηση, καθοδηγήσουν
Μεταφράσεις
- артистичность στα ελληνικά - καλλιτεχνία, τέχνη, μεράκι, καλλιτεχνίας, καλλιτεχνική
- бисерный στα ελληνικά - λεπτομερής, μικροσκοπικός, λεπτό, χάντρες, με χάντρες, γλυφές, διακοσμημένο με χάντρες, ...
- гипнотизёр στα ελληνικά - υπνωτιστής, hypnotist, υπνωτιστή
- гудрон στα ελληνικά - πίσσα, κατράμι, ναύτης, πίσσας, σε πίσσα, tar, την πίσσα
Τυχαίες λέξεις
Направляющая στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οδηγός, καθοδηγώ, ξεναγώ, ξεναγός, καθοδηγήσει, καθοδηγούν, καθοδήγηση, καθοδηγήσουν
Μεταφράσεις: οδηγός, καθοδηγώ, ξεναγώ, ξεναγός, καθοδηγήσει, καθοδηγούν, καθοδήγηση, καθοδηγήσουν