Нарезной στα ελληνικά
Μετάφραση: нарезной, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χωρίζω, ιδιαίτερος, χωριστός, ξεχωριστός, σπείρωμα, με σπείρωμα, σπειρώματος, κοχλιωτό, κοχλιωτή
Μεταφράσεις
- айдахо στα ελληνικά - Αϊντάχο, Idaho, Άινταχο, του Αϊντάχο
- бесчестье στα ελληνικά - δυσμένεια, ταπείνωση, αμαυρώνω, όνειδος, ατιμία, infamy, κακοφημία, ...
- всплескивать στα ελληνικά - πιτσιλάω, πιτσιλίζω, πλατσουρίζω, συνδετήρες, πόρπες, άγκιστρα, αγκράφες, ...
- дамка στα ελληνικά - ρήγας, βασιλιάς, βασιλιά, king, Ο βασιλιάς, το βασιλιά
Τυχαίες λέξεις
Нарезной στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χωρίζω, ιδιαίτερος, χωριστός, ξεχωριστός, σπείρωμα, με σπείρωμα, σπειρώματος, κοχλιωτό, κοχλιωτή
Μεταφράσεις: χωρίζω, ιδιαίτερος, χωριστός, ξεχωριστός, σπείρωμα, με σπείρωμα, σπειρώματος, κοχλιωτό, κοχλιωτή