Насупить στα ελληνικά
Μετάφραση: насупить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνοφρυώνομαι, σκυθρωπιάζω, συνοφρύουμαι, συνοφρύωμα, συνοφρυώματος, συνοφρύωση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- антагонистичный στα ελληνικά - ανταγωνιστικός, ανταγωνιστική, ανταγωνιστικές, ανταγωνιστικών, ανταγωνιστικό
- безрезультатный στα ελληνικά - εγωκεντρικός, στείρος, μάταιος, ξιπασμένος, ματαιόδοξος, άγονος, άκαρπος, ...
- дешифрирование στα ελληνικά - ερμηνεία, ερμηνείας, την ερμηνεία, διερμηνεία, διερμηνείας
- дружный στα ελληνικά - φιλικός, ενωμένος, Ηνωμένες, ενωμένη, Ηνωμένων, ενωμένης
Τυχαίες λέξεις
Насупить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνοφρυώνομαι, σκυθρωπιάζω, συνοφρύουμαι, συνοφρύωμα, συνοφρυώματος, συνοφρύωση
Μεταφράσεις: συνοφρυώνομαι, σκυθρωπιάζω, συνοφρύουμαι, συνοφρύωμα, συνοφρυώματος, συνοφρύωση