Λέξη: φρίκη
Σχετικές λέξεις: φρίκη
φρίκη στο βραζιλιάνικο ποδόσφαιρο, φρίκη πέρασε λουκέτο στα γεννητικά όργανα της συζύγου του, φρίκη δείτε με τι ζούσε στον καναπέ του για μήνες, φρίκη στη τυνησία έσφαξαν πολίτη που βαπτίστηκε χριστιανός, φρίκη στην άρτα αλβανοί βίασαν ανήλικη μπροστά στον πατέρα της, φρίκη βρέθηκαν 248 ανθρώπινα έμβρυα σε δάσος της ρωσίας, φρίκη στη φιλοθέη, φρίκη στη τυνησία, φρίκη συνώνυμα, φρίκη άφησε έγκυο την κόρη της συντρόφου του
Συνώνυμα: φρίκη
ανατριχίλα
Μεταφράσεις: φρίκη
φρίκη στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
horror, disgust, horrors, horrified, horrors of, horror of
φρίκη στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
náusea, susto, asquear, abominación, hastío, horror, aversión, asco, terror, de terror, el horror, de horror
φρίκη στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
schrecken, abscheu, widerwille, antipathie, abstoß, abneigung, entsetzen, aversion, grauen, Horror, Schrecken, Entsetzen, Grauen
φρίκη στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
consternation, dégoûter, frayeur, atrocité, antipathie, abomination, épouvanter, aversion, écoeurer, dégoût, répulsion, effroi, effarement, terreur, répugnance, horreur, l'horreur, d'horreur, horreurs
φρίκη στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
spavento, disgustare, ribrezzo, nausea, orrore, ripugnanza, dell'orrore, l'orrore, di orrore, terrore
φρίκη στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
desajeitar, aversão, desfigurar, repugnar, horror, terror, de terror, de horror, do horror
φρίκη στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
walging, misselijkheid, afkeer, verschrikking, afschuw, gruweldaad, griezel, gruwel, walg, weerzin, afgrijzen, horror
φρίκη στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
претить, гадливость, жуть, антипатия, ужас, быть, отвращение, омерзение, ужасов, фильмы ужасов, ужаса, ужасы
φρίκη στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
avsky, redsel, horror, skrekk, forferdelse
φρίκη στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
fasa, skräck, fasan, horror
φρίκη στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
inho, kauhu, hirveys, hirvitys, hirmu, hirmuteko, iljettää, kammota, inhottaa, kammo, tympäistä, Horror, kauhua, kauhun, kauhusta
φρίκη στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
væmmelse, afsky, rædsel, horror, gru, forfærdelse
φρίκη στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
odpor, děs, strach, ošklivost, hrůza, hnus, zděšení, horor, hrůzy, horror, hrůzu
φρίκη στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
brzydzić, brzydzenie, wstręt, obrzydliwość, odraza, okropność, mierzyć, rozgoryczać, obrzydnięcie, obmierzłość, makabra, obrzydzenie, przerażenie, zgroza, horror, horroru
φρίκη στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
rémület, borzadás, iszonyatosság, borzalom, horror, a horror, rémülten
φρίκη στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
nefret, korku, Horror, dehşet, bir korku
φρίκη στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
жах, кумедне, огиду, огида, відраза, смішне, страх, ужас
φρίκη στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
tmerr, horror, tmerri, llahtari, tmerri më
φρίκη στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
ужас, отвращение, ужасите, на ужасите, ужаса, хорър
φρίκη στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
жах, ужас, страх, жудасьць
φρίκη στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
jälestama, koletis, õudus, horror, õudusega, õudust, õuduse
φρίκη στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
jeza, užas, groza, strava, ogaditi, užasom, gađenje, horor, horror, strave, užasa
φρίκη στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hryllingur, óbeit, skelfing, hryllingi, hryllingurinn, hrollvekja
φρίκη στα λατινικά
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
taedium, fastidium, atrocitas
φρίκη στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
siaubas, siaubo, Horror, siaubą, baisumas
φρίκη στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
riebums, šausmas, šausmu, Horror, Šausmu filma, šausmu stāsti
φρίκη στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
хорор, ужас, хоророт, ужасот, horror
φρίκη στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
dezgust, grea, dezgusta, groază, de groază, groaza, oroare, de groaza
φρίκη στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
odpor, horror, grozljivka, groza, grozo, groze
φρίκη στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
horor, hnus, des, odpor, hrôza, hrůza, strach
Τυχαίες λέξεις