Неаккуратный στα ελληνικά
Μετάφραση: неаккуратный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χαώδης, ακατάστατος, ανακριβής, άτακτος, απρόσεκτος, ακατάστατα, ακατάστατο, χαρακτηρίζεται από προχειρότητα, ακατάστατη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- благо στα ελληνικά - ευλογία, επίδομα, επωφελούμαι, ωφέλεια, όφελος, καλός, καλή, ...
- будка στα ελληνικά - αντεπεξέρχομαι, θαλαμίσκος, κάσα, κουτί, πάγκος, θάλαμος, πυγμαχώ, ...
- вдалбливать στα ελληνικά - τύμπανο, κριάρι, εμβολίζω, πάταγος, σαματάς, αλέθω, άλεσμα, ...
- громоподобный στα ελληνικά - βροντερός, βροντόφωνος, βροντή, βροντών, βροντερή, φοβερού, βροντές
Τυχαίες λέξεις
Неаккуратный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χαώδης, ακατάστατος, ανακριβής, άτακτος, απρόσεκτος, ακατάστατα, ακατάστατο, χαρακτηρίζεται από προχειρότητα, ακατάστατη
Μεταφράσεις: χαώδης, ακατάστατος, ανακριβής, άτακτος, απρόσεκτος, ακατάστατα, ακατάστατο, χαρακτηρίζεται από προχειρότητα, ακατάστατη