Невольничество στα ελληνικά
Μετάφραση: невольничество, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκλαβιά, δουλεία, δουλείας, σκλαβιάς, τη δουλεία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бал στα ελληνικά - μπάλα, κουβάρι, χορεύω, σφαίρα, πάσα, αντίπαλων, μπάλας
- бетон στα ελληνικά - μπετόν, μπετό, συγκεκριμένος, σκυρόδεμα, σκυροδέματος, συγκεκριμένα, συγκεκριμένες, ...
- воздаяние στα ελληνικά - αμοιβή, ανταπόδοση, αντίποινα, αντεκδίκηση, εκδίκηση, ανταμοιβή, ανταμοιβής, ...
- выверка στα ελληνικά - κανονισμός, ρύθμιση, συμφιλίωση, συμφιλίωσης, τη συμφιλίωση, της συμφιλίωσης, συνδυασμό
Τυχαίες λέξεις
Невольничество στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκλαβιά, δουλεία, δουλείας, σκλαβιάς, τη δουλεία
Μεταφράσεις: σκλαβιά, δουλεία, δουλείας, σκλαβιάς, τη δουλεία