Λέξη: εξοκέλλω

Σχετικές λέξεις: εξοκέλλω

εξοκέλλω κλιση

Συνώνυμα: εξοκέλλω

πλέκω

Μεταφράσεις: εξοκέλλω

εξοκέλλω στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
strand

εξοκέλλω στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
hebra, filamento, cadena, hilo, strand

εξοκέλλω στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
strähne, litze, ader, strand, faden, ranke, handlungsfaden, strang, Strang, Strangs, Stranges

εξοκέλλω στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
fibre, rive, filament, quai, cordon, bord, côte, fil, rivage, brin, volet, toron, brins

εξοκέλλω στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
spiaggia, filo, Strand, filamento, filone, trefolo

εξοκέλλω στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
estreito, costa, Strand, vertente, fio, cordão

εξοκέλλω στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
stranden, draad, snoer, streng, Strand, onderdeel, bundel

εξοκέλλω στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
участок, разрывать, скручивать, прядь, стренга, нить, цепь, нити

εξοκέλλω στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
strand, tråd, tråden, streng, strengen

εξοκέλλω στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
tråd, strand, sträng, strängen, Strand

εξοκέλλω στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kaistale, helminauha, kaulaketju, ketju, säie, Strand, juosteen, juoste, säikeen

εξοκέλλω στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
streng, Strand, strengen, indsatsområde, aktionsdel

εξοκέλλω στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vlákénko, pobřeží, vlákno, břeh, pramen, Strand, řetězec, strnad

εξοκέλλω στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
nabrzeże, pasmo, włókno, splotka, skręt, nitka, wątek, skrętka, kosmyk, brzeg, plaża, żyła, Strand, nici

εξοκέλλω στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
fonál, part, Strand, szál, szálat, területre

εξοκέλλω στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
iplik, strand, iplikçik, iplikli, sarmal

εξοκέλλω στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
ділянку, берег, пасмо, дільниця, ділянка, прядку

εξοκέλλω στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
fije floku, fillesë, floku, fillesë e, fillesë të

εξοκέλλω στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
нишка, кичур, верига, направление, елемент

εξοκέλλω στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
нiтка, пасму, пасма, пасмачку

εξοκέλλω στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kiud, tross, niit, tegevussuund, tegevussuuna, Strand, kihtidega, haru

εξοκέλλω στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
obala, plaža, žal, Strand, cjedilu, programska aktivnost

εξοκέλλω στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
strandar, þráður, Strand, þráðurinn, efnisþræðir

εξοκέλλω στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
gija, Strand, kryptis, skiedrelių, vijos

εξοκέλλω στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
daļa, Strand, kokskaidu, virziens, līnija

εξοκέλλω στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
влакно, жичка, верига, компонента, ракатката

εξοκέλλω στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
șuviță, fir, strand, catenă, toron

εξοκέλλω στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
vlákno, pramen, strand, sklop, sklopa, veriga

εξοκέλλω στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
vlákno, vlákna
Τυχαίες λέξεις