Λέξη: κωμωδία
Σχετικές λέξεις: κωμωδία
κωμωδία του αριστοφάνη, κωμωδία ετυμολογία, κωμωδία αριστοφάνη, κωμωδία 2014, κωμωδία χαρακτήρων, κωμωδία των παρεξηγήσεων, κωμωδία θέατρο, κωμωδία θανάτου, κωμωδία 2013, κωμωδία 2012
Συνώνυμα: κωμωδία
φάρσα
Μεταφράσεις: κωμωδία
κωμωδία στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
comedy, farce, the comedy, a comedy
κωμωδία στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
comedia, la comedia, comedia de, de comedia, de la comedia
κωμωδία στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
lustspiel, komödie, Komödie, Comedy
κωμωδία στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
comique, comédie, momerie, la comédie, comédies, humour
κωμωδία στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
commedia, la commedia, comedy, comicità, comico
κωμωδία στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
comédia, comedy, de comédia, da comédia, comédia de
κωμωδία στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
komedie, blijspel, Comedy, de Komedie, komedie van, komische
κωμωδία στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
комедия, Комедии, Приколы, Comedy, комедию
κωμωδία στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
komedie, Comedy, komedien, Komedie Krig, Komedia
κωμωδία στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
komedi, Comedy, komedin
κωμωδία στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
hupsutus, pelleily, komedia, hupailu, hassutus, Comedy, komediaa, komediat, komedian
κωμωδία στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
komedie, Comedy, komedien, komik
κωμωδία στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
veselohra, komično, komedie, komedii, komediální, komedií
κωμωδία στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
komedia, komizm, komediopisarz, komedie, komedii, komedię
κωμωδία στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
vígjáték, komédia, Comedy, vígjátékot, vígjátékban
κωμωδία στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
komedi, Comedy, Mizah, komedisi, bir komedi
κωμωδία στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
комедія, комедия
κωμωδία στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
komedi, Comedy, komedi e, komedia, Komedisë
κωμωδία στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
комедия, комедията, комедиен, комедийния
κωμωδία στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
камедыя, камэдыя
κωμωδία στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
komöödia, Comedy, komöödiat, komöödias
κωμωδία στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
šala, lakrdija, komedija, komedije, komediji, komediju, comedy
κωμωδία στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
gamanleikur, gamanmynd, Comedy, húmor, gamanmyndin
κωμωδία στα λατινικά
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
comoedia
κωμωδία στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
komedija, Komedijos, Comedy, filmas
κωμωδία στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
komēdija, Komēdijas, Comedy, komēdiju
κωμωδία στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
комедија, комедијата, комедии
κωμωδία στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
comedie, comedia, Comedy, de comedie, comediei
κωμωδία στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
komedija, comedy, komedije, komedijo, komediji
κωμωδία στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
veselohra, komédia, komédie, komedie
Στατιστικά δημοτικότητας: κωμωδία
Τυχαίες λέξεις