Некрепкий στα ελληνικά
Μετάφραση: некрепкий, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανίσχυρος, λεπτός, εύθραυστος, αδύναμος, φωτερός, ξανθός, ανάβω, φωτίζω, φτωχός, μάλλον, όχι, και όχι, αντί, παρά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- винсент στα ελληνικά - βικέντιος, Vincent, Βίνσεντ, Ο Vincent, Βικεντίου
- гуртить στα ελληνικά - μύλος, εργοστάσιο, αλέθω, αγέλη, κοπάδι, αγέλης, ζωικού κεφαλαίου, ...
- догадливый στα ελληνικά - καπάτσος, πανέξυπνος, τετραπέρατος, έξυπνος, έχων ετοιμότητα πνεύματος, το έξυπνο
- долевой στα ελληνικά - μερικός, μετοχή, μερίδιο, μεριδίου, μετοχικού, το μερίδιο
Τυχαίες λέξεις
Некрепкий στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανίσχυρος, λεπτός, εύθραυστος, αδύναμος, φωτερός, ξανθός, ανάβω, φωτίζω, φτωχός, μάλλον, όχι, και όχι, αντί, παρά
Μεταφράσεις: ανίσχυρος, λεπτός, εύθραυστος, αδύναμος, φωτερός, ξανθός, ανάβω, φωτίζω, φτωχός, μάλλον, όχι, και όχι, αντί, παρά