Необитаемый στα ελληνικά
Μετάφραση: необитаемый, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ακατοίκητος, έρημος, έρημο, ερήμου, της ερήμου, στην έρημο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вошь στα ελληνικά - ψείρα, ψείρας, φθείρα, ψείρα του, χαλνώ
- герцогский στα ελληνικά - δουκικός, δουκική, δουκικού, δουκικά, δουκικό
- диагностический στα ελληνικά - διαγνωστικός, διαγνωστικών, διαγνωστικές, διαγνωστική, διαγνωστικό
- добавить στα ελληνικά - προσθέτω, συμπλήρωμα, εσωκλείω, επισυνάπτω, περικλείω, αυξάνω, συνδέω, ...
Τυχαίες λέξεις
Необитаемый στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ακατοίκητος, έρημος, έρημο, ερήμου, της ερήμου, στην έρημο
Μεταφράσεις: ακατοίκητος, έρημος, έρημο, ερήμου, της ερήμου, στην έρημο