Необоснованный στα ελληνικά

Μετάφραση: необоснованный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επισφαλής, άπατος, ανάπηρος, απύθμενος, αβάσιμος, αβάσιμη, αβάσιμο, αβάσιμες, αβάσιμοι
Необоснованный στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • апробация στα ελληνικά - παραδοχή, έγκριση, επιδοκιμασία, επιδοκιμασίας, έγκρισή, approbation, επιδοκιμασίες
  • бездушный στα ελληνικά - στυγνός, άκαρδος, άκαρδη, άκαρδοι, άκαρδο, άκαρδους
  • взболтать στα ελληνικά - κινώ, κινούμαι, ανακατεύω, αναδεύω, ταραχή, ανάδευσης, αναδεύσεως, ...
  • включить στα ελληνικά - αλλαγή, περιλαμβάνω, εμπλέκω, εμπλέκομαι, μπλέκω, αλλάζω, διακόπτης, ...
Τυχαίες λέξεις
Необоснованный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επισφαλής, άπατος, ανάπηρος, απύθμενος, αβάσιμος, αβάσιμη, αβάσιμο, αβάσιμες, αβάσιμοι