Непогасший στα ελληνικά
Μετάφραση: непогасший, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μένω, ζωντανός, nepogasshy
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- беспринципность στα ελληνικά - ασυνειδησία, ασυνειδησίας, της ασυνειδησίας, την ασυνειδησία
- выгода στα ελληνικά - λογαριασμός, άνεση, πλεονέκτημα, χρησιμεύω, τόκος, αναφορά, ωφελώ, ...
- герметичность στα ελληνικά - στεγανότητα, αδιαπερατότητα, αδιαπερατότητας, στεγανότητας, μη διαπερατότητας
- евангелический στα ελληνικά - ευαγγελικός, ευαγγελική, ευαγγελικό, ευαγγελικής, ευαγγελικές
Τυχαίες λέξεις
Непогасший στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μένω, ζωντανός, nepogasshy
Μεταφράσεις: μένω, ζωντανός, nepogasshy