Непомерный στα ελληνικά
Μετάφραση: непомерный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπερβολικός, πολυδάπανος, εξωφρενικός, απλοχέρης, υπερβολική, υπερβολικό, υπερβολικές, η υπερβολική, υπερβολικού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- априорность στα ελληνικά - apriority
- вливаться στα ελληνικά - ροή, ρέω, ένωση, ενταχθούν, συμμετάσχουν, ενταχθεί, προσχωρήσουν
- вскакивать στα ελληνικά - εκτινάσσομαι, αναπηδώ, άνοιξη, πηδώ, άλμα, μεταβείτε, πηδούν, ...
- дополнять στα ελληνικά - συμπλήρωμα, περατώνω, συμπληρώνω, ολοκληρώνω, ολόκληρος, συμπληρώματος, συμπλήρωμα για τον, ...
Τυχαίες λέξεις
Непомерный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπερβολικός, πολυδάπανος, εξωφρενικός, απλοχέρης, υπερβολική, υπερβολικό, υπερβολικές, η υπερβολική, υπερβολικού
Μεταφράσεις: υπερβολικός, πολυδάπανος, εξωφρενικός, απλοχέρης, υπερβολική, υπερβολικό, υπερβολικές, η υπερβολική, υπερβολικού