Λέξη: ιλυώδης

Σχετικές λέξεις: ιλυώδης

ιλυώδησ άμμοσ

Μεταφράσεις: ιλυώδης

ιλυώδης στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
muddy, sludgy

ιλυώδης στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
barroso, cenagoso, lodos, fangoso, lodoso, fangosa

ιλυώδης στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
schlammig, trübe, dreckig, schmutzig, matschig, schlammigen, schlammiger, schlammige

ιλυώδης στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
sombre, sale, vaseux, obscur, bourbeux, confus, limoneux, fangeux, boueux, trouble, abstrus, morne, boueuse, de boues, vaseuse

ιλυώδης στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
fangoso, torbido, sludgy, fanghi, fangosa, limaccioso

ιλυώδης στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
lodo, enlameado, lama, lamacento, sludgy, lamas de depuração, de lamas de depuração, lamacenta

ιλυώδης στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
troebel, smerig, modderig, vuil, slibachtig, sludgy, slurrie, zompige

ιλυώδης στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
загрязненный, дымчатый, тусклый, тинистый, нечистый, испачканный, грязный, запачканный, помутившийся, хриплый, непрозрачный, замызганный, мутноватый, илистый, илистых

ιλυώδης στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
gjørmet, grumsete, sludgy

ιλυώδης στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
grumlig, slam, markbädd, slammig

ιλυώδης στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
lokainen, likainen, mutainen, liejuinen, kurainen, lietemäisen jätteen, lietemäisen, sohjoinen

ιλυώδης στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
sludgy, kalk i

ιλυώδης στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
pomatený, zablácený, bahnitý, rozbahnělý, kalný, blátivý, temný

ιλυώδης στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
błotnisty, mętny, ciemny, mulisty, pokryty krą

ιλυώδης στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
sárgás, érdes, sáros, iszapok, iszapos, lucskos

ιλυώδης στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
çamurlu, kirli, tortulu, vıcık vıcık, tortulu bir, çamurlu bir

ιλυώδης στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
плутання, брудний, брудне, брудну, брудна, найбрудніше

ιλυώδης στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
turbullt, i fëlliqur, fëlliqur, i ndotur

ιλυώδης στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
тинест, кален, мътен

ιλυώδης στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
брудны, бруднае, брудную, грязный, брудная

ιλυώδης στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
porine, mudane, lögane, püdelate, Liejuinen, Sohjoinen

ιλυώδης στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
prljav, zamućen, blatan, mutan, pomućen, zamrljan, blatnjav, glibav

ιλυώδης στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
forugur, sludgy

ιλυώδης στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
mauruotas, dumblinas, purvinas, Mulisty, Smulkiems padengti ledu

ιλυώδης στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
purvains, dubļains, dūņainu, dūņainu atkritumu novietošana, dūņu, dūņainu atkritumu

ιλυώδης στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
кашест, милни

ιλυώδης στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
nămoloasă, degrabă nămoloasă

ιλυώδης στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
Blata, Glibav

ιλυώδης στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
bahnitý, blatistá, bahnistý
Τυχαίες λέξεις