Неразборчивый στα ελληνικά
Μετάφραση: неразборчивый, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στενόχωρος, δυσανάγνωστος, ανακατεμένος, σύμμικτος, ανάμικτος, ασύδοτος, promiscuous
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- аппалачи στα ελληνικά - Appalachians
- визуально στα ελληνικά - οπτικά, οπτικώς, οπτική, οπτικής, οπτικό
- демаркация στα ελληνικά - οροθεσία, διαχωρισμός, οριοθέτηση, οριοθέτησης, διαχωριστική, διαχωρισμού
- дружка στα ελληνικά - κουμπάρος, groomsman, κουμπάρες
Τυχαίες λέξεις
Неразборчивый στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στενόχωρος, δυσανάγνωστος, ανακατεμένος, σύμμικτος, ανάμικτος, ασύδοτος, promiscuous
Μεταφράσεις: στενόχωρος, δυσανάγνωστος, ανακατεμένος, σύμμικτος, ανάμικτος, ασύδοτος, promiscuous