Нефальсифицированный στα ελληνικά
Μετάφραση: нефальсифицированный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τίμιος, έντιμος, άδολος, ανόθευτος, ανόθευτη, ανόθευτο, ανόθευτες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- безропотно στα ελληνικά - παθητικά, καρτερικά, αποδεκτές καρτερικά
- вооружение στα ελληνικά - πανοπλία, όπλα, εξοπλισμός, εξοπλισμών, οπλισμός, οπλισμού, οπλισμό
- двоедушный στα ελληνικά - δίγνωμους
- забываться στα ελληνικά - υπνάκος, ξεχνάμε, ξεχνούν, ξεχάστε, ξεχάσετε, ξεχνάτε
Τυχαίες λέξεις
Нефальсифицированный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τίμιος, έντιμος, άδολος, ανόθευτος, ανόθευτη, ανόθευτο, ανόθευτες
Μεταφράσεις: τίμιος, έντιμος, άδολος, ανόθευτος, ανόθευτη, ανόθευτο, ανόθευτες